Προβλήματα Συμπεριφοράς και Προσαρμογής στο Σχολείο

Ξεκινώντας αυτό το άρθρο, θα ήθελα να επισημάνω ότι σκοπός μου δεν είναι να αναλυθεί αυτό το τεράστιο θέμα με συστηματική και λεπτομερή μέθοδο αλλά να σταθώ σε κάποια βασικά ζητήματα που απορρέουν μέσα από αυτό. Δεν επιλέχθηκαν χαρακτηρισμοί όπως: ακραία, επικίνδυνη, παθολογική καθώς οι επίσημοι ορισμοί δεν αφορούν μόνο την σκιαγράφηση μίας ορισμένης συμπτωματολογίας αλλά έχουν και έναν ποινικό, δικαστικό αλλά και κοινωνικό χαρακτήρα.

Άλλωστε υπάρχουν πολλές απόψεις που διαφοροποιούνται όσον αφορά τον ορισμό του φυσιολογικού και του παθολογικού. Αν θεωρήσουμε κάποιες συμπεριφορές ως "ακραίες", θα πρέπει να απαντήσουμε και στο ποιές συμπεριφορές αποτελούν στον μέσο και συνηθισμένο όρο και με ποια φυσικά κριτήρια τις έχουμε επιλέξει. Άλλωστε αυτό που συνήθως μελετάται, μετριέται και ερευνάται είναι το αποτέλεσμα μίας ολόκληρης διεργασίας που συνεχίζει να συμβαίνει και φθάνει να μας απασχολεί όταν αρχίζει να υπάρχει ως "πρόβλημα".

Στην διεθνή και εγχώρια βιβλιογραφία προτιμάται ο όρος "αποκλίνουσα" συμπεριφορά περιγράφοντας μία ομάδα συμπεριφορών ως ακατάλληλη και αναποτελεσματική προσπάθεια του παιδιού να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις ενός συγκεκριμένου περιβάλλοντος. Στην περίπτωση του σχολείου, στην αποτυχία να προσαρμοστεί στις ακαδημαϊκές απαιτήσεις, το σύστημα λειτουργίας και κανόνων του εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και στις δοσμένες κοινωνικές αξίες που αναπαράγονται μέσα από το σχολικό περιβάλλον.

Οι δυσκολίες αυτές περικλείουν μία σειρά από συμπεριφορές διαφορετικών διαβαθμίσεων στην βαρύτητα τους. Για παράδειγμα η παραβατική συμπεριφορά φτάνει μέχρι και παραβάσεις του κοινού ποινικού κώδικα (σωματικές βλάβες, καταστροφικότητα, βανδαλισμοί, κλοπές, χρήση ουσιών, αδιαφορία για τους νόμους). Συνήθως μία τέτοια συμπεριφορά οδηγεί στην κοινωνική αντίδραση, στον στιγματισμό και την περιθωριοποίηση του παιδιού, την αποδοχή του ρόλου του και την συνέχιση της παραβατικότητας. Τύποι παραβατικών συμπεριφορών χρησιμοποιούνται ως διαγνωστικά κριτήρια σε ψυχιατρικά συστήματα ταξινόμησης. Στην διαταραχή διαγωγής παρατηρείται ένα επίμονο πρότυπο αντικοινωνικής συμπεριφοράς πάνω από 12 μήνες: έντονη επιθετικότητα, χρήση σωματικής και λεκτικής βίας, καταστροφικές πράξεις, εξαπάτηση, έλλειψη υπακοής, παρεμπόδιση λειτουργίας του σχολείου, προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά, ελλείμματα στον γλωσσικό και γνωστικό τομέα παρά τον φυσιολογικό επίπεδο νοημοσύνης.

Σύμφωνα με την έρευνα του Ματσαγγούρα (2000), τα προβλήματα στην Ελλάδα εντοπίζονται σε σχέση με το μάθημα (έλλειψη προσοχής, μη συμμόρφωση σε οδηγίες, μη ολοκλήρωση εργασιών), σε σχέση με την τάξη (ενόχληση, πειράγματα, έλλειψη συνεργασίας, καθυστερημένη είσοδος, εγκατάλειψη της αίθουσας, υβριστική γλώσσα, αδικαιολόγητες απουσίες), στις διαπροσωπικές σχέσεις (κλοπές αντικειμένων, σωματική και λεκτική βία).

Μία άλλη έρευνα του Τμήματος Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (πρόγραμμα Πυθαγόρας), έδειξε ότι το 10% των μαθητών σε γυμνάσια και λύκεια έχουν βιώσει μία μορφή εκφοβισμού και παρενόχλησης (σωματική, λεκτική, ρατσιστική, σεξουαλική, αποκλεισμός και απομόνωση από ομάδες συμμαθητών, εκβιασμό και εξαναγκασμό σε αντικοινωνικές πράξεις) ενώ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το ποσοστό αυτό αγγίζει το 15%.

Τα ελλείμματα που παρατηρούνται σε παιδιά με προβλήματα προσαρμογής αφορούν μαθησιακές και γνωστικές δυσκολίες που δεν δικαιολογούνται σύμφωνα με το επίπεδο της βιολογικής τους ωρίμανσης και τις διανοητικές τους ικανότητες, στην ανάπτυξη ικανοποιητικών σχέσεων με συνομηλίκους και εκπαιδευτικούς, στην ικανότητα τους να αξιολογούν τις καταστάσεις (απρόβλεπτη συμπεριφορά), στην αντίληψη και την διαχείριση των συναισθημάτων τους με υγιή τρόπο. Εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι συνήθως η προσοχή της εκπαιδευτικής κοινότητας όσο και των γονέων στρέφεται σε παιδιά που υιοθετούν μία εξωστρεφή συμπεριφορά. Υπάρχουν όμως και τα παιδιά που εμφανίζουν τάσεις απομόνωσης, έχουν ελάχιστες κοινωνικές συναναστροφές, που δεν εκφράζουν την απογοήτευση, τον θυμό, την θλίψη τους. Είναι συνήθως εκείνα που χαρακτηρίζονται υπάκουα, πειθήνια, ήσυχα, μοναχικά. Και έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να θυματοποιηθούν και να εμφανίσουν καταθλιπτική συμπτωματολογία.

Ένα παιδί κατά την διάρκεια της ανάπτυξης του και πιο έντονα κατά την διάρκεια της εφηβείας βιώνει μία σειρά από σημαντικές αλλαγές στην φύση του (σωματική ωρίμανση, σεξουαλικότητα, νοητική ανάπτυξη, ταυτότητα και κοινωνικός ρόλος). Μία εποχή ανακατατάξεων, αμφισβήτησης και αποκαθήλωσης παλαιότερων προτύπων συμπεριφοράς και ιδεών και αναζήτηση νέων αξιών που μπορεί να συνοδεύονται από συγκρούσεις και από συχνές συναισθηματικές διακυμάνσεις.

Το "προβληματικό" παιδί ή το "φυσιολογικό" παιδί αναλαμβάνει το βάρος μίας κληρονομιάς που δεν δημιούργησε το ίδιο. Κατά πόσο υπήρξε μία ελεύθερη του επιλογή;

Οι περισσότεροι από εμάς μεγαλώσαμε μέσα σε μία οικογένεια και υπήρξαμε μαθητές μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Πώς λειτούργησαν αυτές οι πρώτες μορφές συλλογικής ζωής για τον καθένα από εμάς; Στην θεωρία της επιστήμης και της πολιτικής η οικογένεια και το σχολείο με ένα ιδανικό τρόπο θα έπρεπε να αποτελούν χώρους ελεύθερους, ασφαλείς, δημιουργικούς με συνέπεια και σεβασμό όπου το παιδί έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει τις δυνατότητες του, να τις εξελίξει, να ξυπνήσει την περιέργεια του για την ίδια την ζωή, να αναπτύξει μία υγιή αυτοπεποίθηση, έναν ανοιχτό και κριτικό τρόπο σκέψης, να μάθει να αναγνωρίζει τις ανάγκες του και συνεπώς να υπερασπίζεται το συμφέρον του, να αναγνωρίζει τα συναισθήματα του και να αντιμετωπίζει τον φόβο του, να αποκτήσει την αίσθηση του προσωπικού του μεγέθους και της επίδρασης στο περιβάλλον του, να έχει το θάρρος της γνώμης του, να αποκτήσει τις αξίες της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να πλησιάζει χωρίς άγχος τους άλλους, να αναγνωρίζει τα λάθη του. Πώς θέλουμε όμως υγιή παιδιά σε μία κοινωνία όπου η αξία της ανθρώπινης ζωής μπαίνει σε μία διαδικασία συνεχούς και ευτελούς διαπραγμάτευσης της τιμής της; Όταν η οικογένεια και το σχολείο αποτελούν τα κοινωνικά θέατρα της πρόβας των μετέπειτα αποδεκτών και ακίνδυνων για την διατήρηση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας ρόλων; Όταν το σχολείο μετατρέπεται σε αναμεταδότη αποσπασματικών γνώσεων και βαθμολογικών κριτηρίων παρά τις αξιέπαινες προσπάθειες πολλών εκπαιδευτικών;